Μονομελές Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας:Οι εταιρίες διαχείρισης δεν νομιμοποιούνται να ενεργήσουν πράξεις εκτέλεσης

Ολόκληρο το κείμενο της υπ΄αριθμόν 109/2022 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας 

 

Αριθμ.απόφασης 109/2022 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ευτέρπη Χατζηλαμπρινού, Εφέτη, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 15η Σεπτεμβρίου 2022 για να δικάσει την εξής υπόθεση:

ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ:Του ………………. του …………. και της ………….., κατοίκου Πτολεμαϊδας, οδός ………….. αρ………….., με ΑΦΜ ……………, ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Αριάδνη Νούκα του Δ.Σ. Θεσσαλονίκης.

ΤΗΣ ΚΑΘ ΉΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: της ανώνυμη εταιρείας με την επωνυμία " ……………… Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις" και τον διακριτικό τίτλο " …………….. ",πρώην με την επωνυμία "……………..  ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ (…………………. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ", και τον διακριτικό τίτλο "…………….."(…………………)", που εδρεύει στο …………… Αττικής, επί της οδού ……………. αρ. ………… και ……………. με ΑΦΜ ……………. ΔΟΥ ΦΑΕ ……………….. και με αρ. ΓΕΜΗ ……………, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, αδειοδοτηθείσα από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το ν. 4354/2015, δυνάμει της υπ' αριθμ. ……………….. απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (υπ'αρ. ……………….. ΦΕΚ …………..') , ενεργούσας εν προκειμένω ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος,διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία "……………………. (……………………)", που εδρεύει στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας (οδός ……………….. αρ.  ……………, ………………. Δουβλίνο) με αριθμό καταχώρησης στο μητρώο εταιρειών ………………, ως νομίμως εκπροσωπείται, η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία ΤΡΑΠΕΖΑ ……………… ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ" και τον διακριτικό τίτλο "……………….", η οποία εδρεύει στην Αθήνα , επί της οδού …………… αρ……… (ΑΦΜ ………….. ΔΟΥ ΦΑΕ ……………), κατόπιν μεταβίβασης στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της ……………….. του Δ. Σ. Κοζάνης .

Ο αιτών ζήτησε να γίνει δεκτή η από 12-9-2022 αίτησή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου(με αυξ αριθμ. 59/13-9-2022) και η συζήτησή της προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα από το σχετικό έκθεμα και οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται ανωτέρω, ενώ οι πληρεξούσιες δικηγόροι τους ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και υπέβαλαν έγγραφα σημειώματα.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Στο άρθρο 937 ΚΠολΔ, όπως η διάταξη αυτή ισχύει από 1.1.2016 και εφαρμόζεται επί ανακοπών κατά της εκτέλεσης και αιτήσεων αναστολής, εφόσον η επίδοση της επιταγής προς πληρωμή διενεργείται μετά την προαναφερόμενη ημερομηνία (άρθρο 1 άρθρου ενάτου παρ.3 εδ.α' Ν.4335/2015 « Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του Ν.4334/2015» (Α'80) ορίζεται ότι: 1. Στις δίκες τις σχετικές με την εκτέλεση: α)…..           β) Σε περίπτωση εκτέλεσης που στηρίζεται σε δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής, κατά της απόφασης που εκδίδεται επί της ανακοπής επιτρέπεται η άσκηση μόνο έφεσης. Στις λοιπές περιπτώσεις των εκτελεστών τίτλων του άρθρου 904 παράγραφος 2 κατά της απόφασης που εκδίδεται επί της ανακοπής επιτρέπεται η άσκηση όλων των ένδικων μέσων πλην της ανακοπής ερημοδικίας. Στις περιπτώσεις των προηγούμενων εδαφίων, η άσκηση ενδίκου μέσου δεν αναστέλλει την πρόοδο της εκτέλεσης, εκτός αν το δικαστήριο του ένδικου μέσου, μετά από αίτηση του ασκούντος αυτό, που υποβάλλεται και αυτοτελώς, δικάζοντας με τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., διατάξει την αναστολή, με παροχή ή και χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση του ένδικου μέσου. Επίσης, μπορεί να διαταχθεί να προχωρήσει η αναγκαστική εκτέλεση αφού δοθεί εγγύηση. Ειδικά, όταν ζητείται η αναστολή πλειστηριασμού, αυτή είναι απαράδεκτη, αν δεν κατατεθεί το αργότερο πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Η απόφαση πρέπει να δημοσιεύεται έως τις 12:00 το μεσημέρι της Δευτέρας που προηγείται του πλειστηριασμού, γ) Σε περίπτωση άμεσης εκτέλεσης το Δικαστήριο ……… 3. Στις δίκες σχετικά με την εκτέλεση για την εκδίκαση των ανακοπών εφαρμόζονται οι διατάξεις της διαδικασίας των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει μεταξύ άλλων, ότι: α) αν μετά την πρώτη πράξη της εκτέλεσης (επιταγή προς εκτέλεση) επακολούθησε άλλη πράξη εκτέλεσης οι αντιρρήσεις που αφορούν την απαίτηση της διαταγής πληρωμής υποβάλλονται με ανακοπή του άρθρου 933 στο Δικαστήριο του τόπου της εκτέλεσης (Ειρηνοδικείο ή Μονομελές Πρωτοδικείο), β) κατά της απόφασης που απορρίπτει την ανακοπή του άρθρου αυτού επιτρέπεται έφεση, γ) το εφετείο ενώπιον του οποίου προσβάληεται η απόφαση επί της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ μπορεί να χορηγήσει με αίτηση του ανακόπτοντος - εκκαλούντος, που υποβάλλεται και με αυτοτελές δικόγραφο αναστολή εκτελέσεως, με την παροχή ή και χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει, ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση του ενδίκου μέσου, δ) Η αίτηση αναστολής εκτέλεσης που υποβάλλεται κατά τα άνω στο Εφετείο, προϋποθέτει απόφαση επί της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ και όχι απλώς απόφαση επί της ανακοπής του άρθρου 632 εκτός και αν στην τελευταία είχε σωρευθεί και αίτημα αναστολής εκτέλεσης, αν δε αφορά τη διενέργεια πλειστηριασμού, πρέπει με ποινή το απαράδεκτο να κατατεθεί πέντε εργάσιμες ημέρες πριν από την ημερομηνία του πλειστηριασμού (η ημερομηνία της καταθέσεως της αιτήσεως και του πλειστηριασμού δεν υπολογίζεται), ε) η αίτηση εκδικάζεται κατά την ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, παρά το γεγονός ότι δεν αποτελεί ασφαλιστικό μέτρο, αλλά ρυθμιστικό μέτρο της αναγκαστικής εκτελέσεως και στ) το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την πρόοδο της εκτέλεσης, αφού δοθεί εγγύηση (βλ. σχετ. ΜΕφΘεσ 2396/2018, ΜΕφΘεσ 1014/2018 ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΛαρ 41/2018 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΕφΔωδ 109/2017, ΕφΑΔ 2017/1083, X. Απαλαγάκη, Συστηματική παρουσίαση των βασικών τροποποιήσεων του ΚΠολΔ από το Ν. 4335/2015, εκδ. 2016, σελ. 54 επ., X. Απαλαγάκη/Π. Βαφειάδου, Αναγκαστική            Εκτέλεση, άρθ. 937ΚΠολΔ). Ακολούθως, με τις διατάξεις των άρθρων 59 και 60 του Ν.4842/2021, το Μέρος Δ' του οποίου υπό τον τίτλο «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ» ισχύει από την 1.1.2022, κατά τα ρητώς οριζόμενα στο άρθρο 120 αυτού, τροποποιήθηκε η διάταξη του άρθρου 937 ΚΠολΔ και προστέθηκε (εκ νέου) άρθρο 938 ΚΠολΔ . Ειδικότερα, στο άρθρο 60 του νέου ν. 4842/2021 «Αναστολή της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης - Προσθήκη άρθρου 938 του ΚΠολΔ» προστίθεται άρθρο 938 στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, το οποίο έχει ως εξής: Άρθρο 938. Παρ. 1 «Με εξαίρεση την κατάσχεση ακινήτων, ως προς τα οποία εφαρμόζεται η παρ. 2, όπως επίσης με εξαίρεση την κατάσχεση κινητών που υπόκεινται σε φθορά, με αίτηση του ανακόπτοντος μπορεί να διαταχθεί η αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης με εγγύηση ή και χωρίς εγγύηση, αν το δικαστήριο κρίνει ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση της ανακοπής. Επίσης μπορεί να διαταχθεί να προχωρήσει η αναγκαστική εκτέλεση αφού δοθεί εγγύηση. Η αίτηση ασκείται στο αρμόδιο κατά τα άρθρα 933 και 936 δικαστήριο και δικάζεται κατά τα άρθρα 686 επ». Παρ. 2 «Ειδικώς επί κατάσχεσης ακινήτου δεν εφαρμόζεται η παρ. 1, η δε άσκηση του ενδίκου μέσου δεν αναστέλλει την πρόοδο της εκτέλεσης, εκτός εάν το δικαστήριο του ενδίκου μέσου, μετά από αίτηση του ασκούντος αυτό, που υποβάλλεται με το ένδικο μέσο ή με τις προτάσεις, δικάζοντας με τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., διατάξει την αναστολή με ή χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει ότι η διενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση του ενδίκου μέσου. Επίσης μπορεί να διαταχθεί να προχωρήσει η αναγκαστική εκτέλεση αφού δοθεί εγγύηση», παρ. 3 «Στις προηγούμενες περιπτώσεις είναι δυνατή η έκδοση σημειώματος με το οποίο εμποδίζεται η εκτέλεση μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της αίτησης αναστολής ή επί του ενδίκου μέσου», παρ. 4 «Η αίτηση με την οποία ζητείται η αναστολή πλειστηριασμού είναι απαράδεκτη, αν δεν κατατεθεί το αργότερο πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Η απόφαση πρέπει να δημοσιεύεται έως τις 12.00 το μεσημέρι της Δευτέρας που προηγείται του πλειστηριασμού», παρ. 5 «Η αναστολή των παρ. 1 και 2 ή η εγγυοδοσία μπορεί να διαταχθεί μόνο μέχρι να εκδοθεί η οριστική απόφαση επί της ανακοπής, ή η απόφαση επί του ενδίκου μέσου». Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων, ως ίσχυαν πριν και μετά το Ν. 4842/2021, προκύπτει ότι, για τις περιπτώσεις που συντρέχουν σωρευτικά: α) επίδοση επιταγής πριν την 1-1-2022 και β) δημοσίευση απόφασης επί της ανακοπής μετά την 1-1-2021, εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 937 ΚΠολΔ, όπως αυτή ίσχυε πριν την τροποποίηση της με το Ν. 4842/2021, καθόσον κρίσιμος χρόνος εφαρμογής των διατάξεων της αναγκαστικής εκτέλεσης κρίνεται ο χρόνος επίδοση ; της επιταγής που οδήγησε στην αναγκαστική εκτέλεση, της οποίας ζητείται η αναστολή(βλ.και Μ.Εφ.ΑΘ.3577/2022).

 

Στην προκειμένη περίπτωση με την κρινόμενη αίτηση ο απών ,σε βάρος του οποίου επισπεύδεται διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης από την καθ'ης, για την ικανοποίηση χρηματικής απαίτησής της με εκτελεστό τίτλο την υπ’ αριθμ.61/2021 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης , εκθέτει ότι με τη υπ'αριθμ. 219/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης , η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, απορρίφθηκε η ανακοπή του άρθρο 933 ΚΠολΔ, που άσκησε κατά της επισπεύδουσας, ζητώντας την ακύρωση: α)της από 29-11-2021 επιταγής προς πληρωμή, η οποία συντάχθηκε κάτωθι αντιγράφου του απογράφου του προαναφερθέντος εκτελεστού τίτλου και β) της υπ’ αριθμ. 1646/9-2-2022 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Κοζάνης ………………….. και επικαλούμενη περαιτέρω ότι επίκειται ηλεκτρονικός πλειστηριασμό του κατασχεθέντος ακινήτου του στις 21-9- 2022 και ότι κατά της απόφασης αυτής έχει ασκήσει έφεση, το δικόγραφο της οποίας έχει περιλάβει αυτούσιο στο δικόγραφο της παρούσας αίτησης, ζητά, για τους αναφερόμενους στην υπό κρίση αίτηση λόγους, που συνιστούν ταυτόχρονα και λόγους της έφεσης του, να διαταχθεί η αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης, που επισπεύδεται σε βάρος της ακίνητης περιουσίας του και η αναστολή του προσδιορισθέντος να διενεργηθεί πλειστηριασμού του ακινήτου του, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί του ανωτέρω ασκηθέντος ένδικου μέσου για το λόγο ότι πιθανολογείται η ευδοκίμηση της εφέσεως, ενώ η εξακολούθηση της αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του, κατά τον ενδιάμεσο χρόνο, θα του προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη .

Με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα η αίτηση αυτή αρμοδίως και παραδεκτώς, αφού κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 13-9-2022, δηλαδή πέντε (5) πλήρεις εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού και έχει προηγηθεί η άσκηση της από 14-6-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 35/22-6-2022 έφεσης, φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 937 παρ.1 εδ. τελευταίο) με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (αρθρα 686 επ. ΚΠολΔ). Είναι δε νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 937 και 933, 934 παρ. 1 α ΚΠολΔ (ως οι δύο τελευταίες διατάξεις ίσχυαν μέχρι την έναρξη της ισχύος του Ν. 4842/2021, κατά τα προεκτιθέμενα) . Πρέπει, συνεπώς, να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς τη βασιμότητα των λόγων της.

Από τις διασαφήσεις του αιτούντος, που δόθηκαν ενώπιον του ακροατηρίου του Δικαστηρίου τούτου και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι πιθανολογήθηκαν τα εξής:

Δυνάμει της με αριθμό …………………./12-2-2009 σύμβασης στεγαστικού δανείου και τις πρόσθετες πράξεις αυτής, που καταρτίστηκαν στην Κοζάνης μεταξύ του αιτούντος και της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "ΤΡΑΠΕΖΑ ……………..ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ", η δεύτερη χορήγησε στον πρώτο τοκοχρεωλυτικό δάνειο, με τους ειδικότερους όρους που αναφέρονται σε αυτήν .Στο πλαίσιο δε της ως άνω κύριας σύμβασης και των πρόσθετων πράξεων αυτής,    τηρήθηκε ο υπ'αριθμ. …………………… λογαριασμός. Λόγω, ωστόσο, μη τήρησης των όρων της ως άνω σύμβασης και των πρόσθετων αυτής, η καθ'ης η αίτηση ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "……………… Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις" και τον διακριτικό τίτλο "…. …………",προέβη στις 10-9-2018, στο κλείσιμο του τηρούμενου λογαριασμού και στην καταγγελία των ανωτέρω συμβάσεων, το δε κλείσιμο του λογαριασμού και την καταγγελία αυτή, ανήγγειλε η καθ'ης στον αιτούντα με την από 13-9-218 εξώδικη καταγγελία συμβάσεως, που επιδόθηκαν σε αυτόν στις 8-10-2018. Ακολούθως και κατόπιν σχετικής αίτησης της καθ'ης, εκδόθηκε η με αριθμ.61/2021 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης , με την οποία ο αϊτών υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθ'ης το συνολικό ποσό των 96.468,14 CHFπου αντιστοιχεί σε 88.098,75 ευρώ, με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας και με εξάμηνο ανατοκισμό, πλέον δικαστικών εξόδων ποσού 2.694 ευρώ για την έκδοση της διαταγής πληρωμής. Ακολούθως, η καθ'ης επέδωσε στον αιτούντα πιστό αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της υπ' αριθμ. 61/2021 διαταγής πληρωμής, επιτάσσοντας αυτόν να καταβάλει το ποσό των 104.665,24 ευρώ εντόκως με το νόμιμο τόκο υπερημερίας. Εν συνεχεία την 7-12-2021 η καθ'ης κοινοποίησε για δεύτερη φορά ακριβές αντίγραφο του εκτελεστού απογράφου της υπ’ αριθμ. 59/2021 διαταγής πληρωμής, επιτάσσοντας τον αιτούντα να καταβάλει το ποσό των 104.750,24 ευρώ πλέον τόκων . Εν συνεχεία, συντάχθηκε η υπ' αριθμ. 1646/9-2-2022 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Κοζάνης …………………….., με την οποία κατασχέθηκε αναγκαστικά ένα ακίνητο του αιτούντος και δη ένα διαμέρισμα του τρίτου ορόφου της οικοδομής με αριθμό εσωτερικής αρίθμησης "ΕΝΑ-1", εμβαδού μικτού 117,29 τ.μ. και καθαρού 96.16 τ.μ, το οποίο φαίνεται στο διάγραμμα κάτοψης τυπικού ορόφου του Πολιτικού Μηχανικού ………………., που προσαρτάται στο υπ' αριθμ. 29512/1997 συμβόλαιο της άλλοτε συμβολαιογράφου Εορδαίας …………………... Το ανωτέρω διαμέρισμα βρίσκεται σε οικοδομή, η οποία κτίστηκε επί ενός οικοπέδου με αριθμό ………….., που βρίσκεται στο εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο της πόλης της Πτολεμαϊδας του ομώνυμου Δήμου της Περιφέρειας του Ειρηνοδικείου Εορδαίας στο …………..ΟΤ και επί της οδού ………………….. Η αξία του εκτιμήθηκε στο ποσό των 72.485,00 ευρώ, ενώ ως ημερομηνία πλειστηριασμού ορίστηκε η 21η Σεπτεμβρίου 2022. Κατά της επισπευδόμενης σε βάρος του αναγκαστικής εκτέλεσης, ο αϊτών άσκησε παραδεκτώς και εμπροθέσμως (άρθρο 934 παρ. 1 εδ. α ΚΠολΔ), ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης τη με αριθμ. κατάθεσης ΜΤΕι 78/22-3-2022 ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ. Επί της ανακοπής αυτής, που συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων, εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 219/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κοζάνης , με την οποία απορρίφθηκαν οι λόγοι της ανακοπής και η ανακοπή στο σύνολό της. Κατά της απόφασης αυτής ο αϊτών άσκησε νομότυπα και εμπρόθεσμα την από 14-6-2022 (αρ. εκθ. καταθ.35/22-6- 2022) έφεση, για την οποία ορίστηκε συζήτηση με την υπ' αριθμ. 91/2022 πράξη της Γραμματέως αυτού του Δικαστηρίου η 5-4-2022, για το παραδεκτό δε, αυτής κατατέθηκε το παράβολο που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ.(βλ. σχετική επισημείωση της Γραμματέως επί της πράξης κατάθεσης). Με την έφεση αυτή παραπονείται ο αϊτών και ήδη εκκαλών για τους αναφερόμενους σ' αυτήν λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη με σκοπό να γίνει δεκτή η ανακοπή του και να ακυρωθεί η επισπευδόμενη αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της ακίνητης περιουσίας του. Ταυτοχρόνως με την εν λόγω έφεση άσκησε την κρινόμενη αίτηση αναστολής εκτελέσεις, σύμφωνα με την προμνησθείσα διάταξη του άρθρου 937 ΚΠολΔ.

Σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 1 του Ν. 3156/2003, «Τιτλοποίηση απαιτήσεων είναι η μεταβίβαση επιχειρηματικών απαιτήσεων λόγω πώλησης με σύμβαση που καταρτίζεται εγγράφως μεταξύ «μεταβιβάζοντος» και «αποκτώντος» σε συνδυασμό με την έκδοση και διάθεση, με ιδιωτική τοποθέτηση μόνον, ομολογιών οποιουδήποτε είδους ή μορφής, η εξόφληση των οποίων πραγματοποιείται:     (α) από το Προϊόν είσπραξης των επιχειρηματικών απαιτήσεων που μεταβιβάζονται ή (β) από δάνεια, πιστώσεις ή συμβάσεις παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων... (παρ. 2). Για τους σκοπούς του νόμου αυτού «μεταβιβάζουν» είναι έμπορος με κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή, εφόσον έχει εγκατάσταση στην Ελλάδα. «Αποκτών» είναι το νομικό πρόσωπο ή νομικά πρόσωπα τα οποία έχουν ως αποκλειστικό σκοπό την απόκτηση επιχειρηματικών απαιτήσεων για την τιτλοποίησή τους σύμφωνα με το νόμο αυτόν («εταιρεία ειδικού σκοπού»), προς τα οποία μεταβιβάζονται λόγω πώλησης οι επιχειρηματικές απαιτήσεις, εκδότης των ομολογιών είναι ο ίδιος ο αποκτών (παρ 3). Αν η εταιρεία ειδικού σκοπού εδρεύει στην Ελλάδα, πρέπει να είναι ανώνυμη εταιρεία και διέπεται από τις διατάξεις του νόμου αυτού και συμπληρωματικά από τις διατάξεις περί ανωνύμων εταιρειών και τις διατάξεις του Ν.Δ. 17 Ιουλίου /13 Αυγούστου 1923, εφόσον δεν είναι αντίθετες με τον νόμο αυτόν. Η διάταξη της περιπτώσεως (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 48 του Κ.Ν, 2190/1920 δεν εφαρμόζεται [...]. (παρ. 6). Οι απαιτήσεις που μεταβιβάζονται με σκοπό την τιτλοποίηση μπορεί να είναι απαιτήσεις κατά οποιουδήποτε τρίτου, ακόμη και των καταναλωτών, υφιστάμενες ή μελλοντικές, εφόσον αυτές προσδιορίζονται ή είναι δυνατόν να προσδιορισθούν με οποιονδήποτε τρόπο. Επίσης μπορεί να μεταβιβάζονται και απαιτήσεις υπό αίρεση. Διαπλαστικά ή άλλα δικαιώματα, ακόμη και αν δεν αποτελούν παρεπόμενα δικαιώματα κατά την έννοια του άρθρου 458 του ΑΚ, εφόσον συνδέονται με τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις, μπορούν να μεταβιβάζονται μαζί με αυτές. Ο μεταβιβάζων υποχρεούται να γνωστοποιεί τη γένεση των απαιτήσεων στην εταιρεία ειδικού σκοπού. Η πώληση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 513 επ. του ΑΚ, η δε μεταβίβαση από τις διατάξεις των άρθρων 455 επ. του ΑΚ, εφόσον οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού, (παρ. 8). Η σύμβαση μεταβίβασης των τιτλοποιημένων απαιτήσεων καταχωρίζεται σε περίληψη που περιέχει τα ουσιώδη στοιχεία αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν. 2844/2000 (ΦΕΚ 220 Α') και κατισχύει των συμφωνιών μεταξύ μεταβιβάζοντος και τρίτων περί ανεκχωρήτου των μεταξύ τους απαιτήσεων. Επιτρέπεται η μεταβίβαση περαιτέρω απαιτήσεων στην εκδότρια και η προσθήκη αυτών σε εκείνες οι οποίες ήδη χρησιμοποιούνται για την εξασφάλιση των απαιτήσεων που σχετίζονται με την τιτλοποίηση, εφόσον η μεταβίβαση δεν επιφέρει την υποβάθμιση της αξιολόγησης του ομολογιακού δανείου, (παρ. 9). Από την καταχώριση της σχετικής σύμβασης σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο επέρχεται η μεταβίβαση των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, εκτός αν όμως ορίζεται στους όρους της σύμβασης, η μεταβίβαση αναγγέλλεται εγγράφως από τον μεταβιβάζοντα ή την εταιρεία ειδικού σκοπού στον οφειλέτη. Με την αναγγελία πρέπει να ορίζονται και οι απαιτήσεις στις οποίες αφορά η μεταβίβαση, (παρ. 10). Ως αναγγελία λογίζεται η καταχώριση της σύμβασης αυτής στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/ 2000, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 8 του άρθρου αυτού. Πριν από την αναγγελία δεν αποκτώνται έναντι τρίτων δικαιώματα που απορρέουν από τη μεταβίβαση λόγω πώλησης της παραγράφου 1. Καταβολή προς την εταιρεία ειδικού σκοπού πριν από την αναγγελία ελευθερώνει τον οφειλέτη έναντι του μεταβιβάζοντος και των ελκόντων δικαιώματα από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού, (παρ.11). Καταπιστευτική μεταβίβαση των απαιτήσεων δεν επιτρέπεται και οποιοσδήποτε καταπιστευτικός όρος δεν ισχύει. Επιτρέπεται η αναπροσαρμογή ή πίστωση του τιμήματος της πωλήσεως και η υπαναχώρηση από τη σύμβαση πώλησης κατά τους όρους της σχετικής σύμβασης και τις διατάξεις των άρθρων 513 επ. του ΑΚ, καθώς και μεταγενέστερη συμφωνία για την αναμεταβίβαση στον μεταβιβάζοντα απαιτήσεων που μεταβιβάσθηκαν για τους σκοπούς τιτλοποίησης. (παρ. 14). Με σύμβαση που συνάπτεται εγγράφως η είσπραξη και εν γένει διαχείριση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων μπορεί να ανατίθεται σε πιστωτικό ή χρηματοδοτικό Ίδρυμα που παρέχει νομίμως υπηρεσίες σύμφωνα με τον σκοπό του στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, στον μεταβιβάζοντα ή και σε τρίτο, εφόσον ο τελευταίος είτε είναι εγγυητής των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων είτε ήταν επιφορτισμένο με τη διαχείριση ή την είσπραξη των απαιτήσεων πριν τη μεταβίβασή τους στον αποκτώντα. Αν η εταιρεία ειδικού σκοπού δεν εδρεύει στην Ελλάδα και οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις είναι απαιτήσεις κατά καταναλωτών πληρωτέες στην Ελλάδα, τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται η διαχείριση πρέπει να έχουν εγκατάσταση στην Ελλάδα. Σε περίπτωση υποκατάστασης του διαχειριστή, ο υποκατάστατος ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρου με τον διαχειριστή, (παρ. 15). Ο διαχειριστής των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο υποχρεούται να καταθέτει, αμέσως με την είσπραξή τους, το προϊόν των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, υποχρεωτικό σε χωριστή έντοκη κατάθεση που τηρείται στον ίδιο, εφόσον είναι πιστωτικό ίδρυμα, διαφορετικό σε πιστωτικό ίδρυμα που δραστηριοποιείται στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό χώρο. Στην κατάθεση γίνεται ειδική μνεία ότι αυτή αποτελεί χωριστή περιουσία διακριτή από την περιουσία του διαχειριστή και του πιστωτικού ιδρύματος στο οποίο κατατίθεται, (παρ.16). Στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 της έδρας του μεταβιβάζοντος σημειώνεται η σύμφωνα με την παράγ. 14 ανάθεση της διαχείρισης και κάθε σχετική μεταβολή. Η ανωτέρω νομοθετική ρύθμιση κρίθηκε απαραίτητη για τον εκσυγχρονισμό των χρηματοδοτικών τεχνικών στην Ελλάδα προς όφελος των ελληνικών επιχειρήσεων και της οικονομίας όπως ρητά αναφέρεται και στην οικεία εισηγητική έκθεση. Ειδικότερα, με το άρθρο 10 του άνω νόμου προβλέπεται ρύθμιση για την τιτλοποίηση απαιτήσεων που αποτελούν έναν ιδιαίτερα διαδεδομένο τρόπο χρηματοδότησης στην αλλοδαπή καλύπτοντας (κατ' αρχήν απαιτήσεις από στεγαστικά δάνεια) και στη συνέχεια πάσης φύσεως επιχειρηματικές απαιτήσεις (π.χ. απαιτήσεις μιας τράπεζας από δάνεια που αποτελούν μια από τις πλέον διαδεδομένες περιπτώσεις τιτλοποιήσεων διεθνώς). Στην πιο απλή μορφή της συνίσταται στην εκχώρηση απαιτήσεων από έναν ή περισσότερους τομείς δραστηριότητας μιας εταιρείας προς μία άλλη εταιρεία που έχει ως ειδικό σκοπό την αγορά των εν λόγω απαιτήσεων έναντι τιμήματος. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι: (α) Προκειμένου εμπορικές επιχειρήσεις (πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και μεγάλες επιχειρήσεις) να αντλήσουν περισσότερα κεφάλαια για τις χρηματοδοτικές τους ανάγκες προσφεύγουν στον συγκεκριμένο θεσμό μεταβιβάζοντας τις επιχειρηματικές τους απαιτήσεις λόγω πώλησης στις προς τούτο συνιστάμενες εταιρείες ειδικού σκοπού, οι οποίες τις «τιτλοποιούν» ενσωματώνοντας τες σε ομολογίες, που εκδίδουν, συγκεκριμένης ονομαστικής αξίας τουλάχιστον 100.000 ευρώ εκάστη που εν συνεχεία διαθέτουν (με ιδιωτική τοποθέτηση) σε ένα περιορισμένο κύκλο προσώπων όχι άνω των 150, η δε εξόφλησή τους πραγματοποιείται από το προϊόν είσπραξης των επιχειρηματικών απαιτήσεων που μεταβιβάζονται ή από δάνεια πιστώσεις ή συμβάσεις παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων (β) Η μεταβίβαση των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων επέρχεται από την καταχώρηση της σχετικής έγγραφης σύμβασης στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000. (γ) Η είσπραξη και εν γένει διαχείριση των μεταβιβασμένων απαιτήσεων μπορεί να                ανατίθεται με σύμβαση εντολής/διαχείρισης από την αποκτώσα εταιρεία ειδικού σκοπού με έγγραφη σύμβαση, σε πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, νομίμως λειτουργούν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, στον μεταβιβάζοντα ή σε τρίτο (είτε είναι εγγυητής των εν λόγω απαιτήσεων, είτε ήταν επιφορτισμένος με τη διαχείριση ή την είσπραξή τους πριν τη μεταβίβαση), καταχωρίζεται δε και αυτή η σύμβαση (όπως κάθε μεταβολή) στο παραπάνω δημόσιο βιβλίο, χωρίς ωστόσο ο νόμος (3156/2003) να απονέμει στην εταιρία διαχείρισης την ιδιότητα του κατ' εξαίρεση νομιμοποιούμενου διαδίκου (μη δικαιούχου), όπως ρητά πράττει για τις εταιρίες διαχειρίσεως του Ν. 4354/2015 στο άρθρο 2 παρ. 4 αυτού, (δ) Επιτρέπεται η μεταγενέστερη συμφωνία για την αναμεταβίβαση στον μεταβιβάζοντα απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν για σκοπούς τιτλοποίησης, για δε τη σημείωση της μεταβολής του δικαιούχου στη συγκεκριμένη περίπτωση αρκεί η καταχώρηση στο δημόσιο βιβλίο του άνω νόμου, (ε) οι εν λόγω συμβάσεις (τιτλοποίησης) συντάσσονται σε συγκεκριμένο έντυπο (όπως τούτο περιγράφεται λεπτομερώς στην ΥΑ 161388/2003) (ΑΠ 909/2021). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 Ν. 4354/2015 «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων », όπως αυτός τροποποιηθείς ισχύει, « Ι.α. Η διαχείριση των απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που χορηγούνται ή έχουν χορηγηθεί από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, όπως και των απαιτήσεων εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, εκτός των αναφερόμενων στην περίπτωση δ' της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014 (ΑΊ07) ανατίθεται στους κατωτέρω, ως προς μεν τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα αποκλειστικά, ως προς δε τις εταιρείες προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας δυνητικά:         αα) σε ανώνυμες εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, ειδικού και αποκλειστικού σκοπού, υπό την επιφύλαξη της παρ. 20, που εδρεύουν στην Ελλάδα ... β. Η μεταβίβαση απαιτήσεων από πιστώσεις και δάνεια που έχουν χορηγήσει ή χορηγούν πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, όπως και απαιτήσεων εταιρειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, πλην της περίπτωσης δ' της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014 (Α' 107), μπορεί να λάβει χώρα μόνο λόγω πώλησης, δυνάμει σχετικής έγγραφης συμφωνίας, σύμφωνα και με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 3, προς τους κατωτέρω, ως προς μεν τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα αποκλειστικά, ως προς δε τις εταιρείες προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας δυνητικά : αα) Ανώνυμες εταιρίες που σύμφωνα με το καταστατικό τους μπορούν να προβαίνουν σε απόκτηση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, εδρεύουν στην Ελλάδα και καταχωρίζονται στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο ( ΓΕΜΗ )... γ. Η πώληση των παραπάνω απαιτήσεων είναι ισχυρή μόνο εφόσον έχει υπογράφει συμφωνία ανάθεσης διαχείρισης μεταξύ εταιρίας απόκτησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις και εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων που αδειοδοτείται και εποπτεύεται κατά τον παρόντα νόμο από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η προϋπόθεση αυτή οφείλει να πληρούται και σε κάθε περαιτέρω μεταβίβαση. Τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις δύνανται να ασκούνται μόνο μέσω των εταιριών διαχείρισης της παρούσας παραγράφου. Οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους. Οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις, δ. Οι διατάξεις του παρόντος δεν επηρεάζουν την εφαρμογή των διατάξεων των νόμων 3156/2003 (ΑΊ57), ν. 1905/1990 (ΑΊ47), 1665/1986 (ΑΊ94), 3606/2007 (ΑΊ95) και 4261/2014 (ΑΊ07) ...» (άρθρο 1), περαιτέρω δε η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 έως 4 του ιδίου Νόμου προβλέπει ότι «1. Στις εταιρίες της περίπτωσης α' της παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου δύναται να ανατίθεται η διαχείριση απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων ή/και πιστώσεων που έχουν χορηγηθεί ή χορηγούνται από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, πλην της περίπτωσης δ' της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014. 2. Η σύμβαση ανάθεσης διαχείρισης των απαιτήσεων αυτών υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τύπο και περιλαμβάνει κατ' ελάχιστο περιεχόμενο τα ακόλουθα : α. Τις προς διαχείριση απαιτήσεις και το τυχόν στάδιο μη εξυπηρέτησης κάθε απαίτησης, β. Τις πράξεις της διαχείρισης, οι οποίες μπορεί να συνίστανται ιδίως στη νομική και λογιστική παρακολούθηση, την είσπραξη, τη διενέργεια διαπραγματεύσεων με τους οφειλέτες των προς διαχείριση απαιτήσεων και τη σύναψη συμβάσεων συμβιβασμού κατά την έννοια των άρθρων 871 - 872 ΑΚ ή ρύθμισης και διακανονισμού οφειλών σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, όπως έχει θεσπισθεί με την υπ' αριθ. 116/25.8.2014 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος κατ' εφαρμογή της παρ. 2 του άρθοου 1 του ν. 4224/2013. γ. Την καταβλητέα αμοιβή διαχείρισης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να μετακυλίεται στον υπόχρεο καταβολής της απαίτησης. Αντίγραφο της συμβάσεως κοινοποιείται στην Τράπεζα της Ελλάδος εντός δέκα ( 10 ) ημερών από την υπογραφή της. 3. Το ελάχιστο περιεχόμενο της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης της προηγούμενης παραγράφου δύναται να εξειδικεύεται περαιτέρω με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος. Τα σχέδια των συμβάσεων ανάθεσης διαχείρισης αποτελούν αντικείμενο εποπτείας από την Τράπεζα της Ελλάδος για σκοπούς συμμόρφωσης στον παρόντα νόμο. 4. Οι Εταιρίες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ. του ν. 4307/2014 (Α' 246). Εφόσον οι Εταιρίες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης ... »

 

Στην προκειμένη περίπτωση ... η συνέχεια της απόφασης στο ακόλουθο link http://www.ariadninouka.gr/gallery/files/Απόφαση ΕφΔυτΜακ.pdf

επιστροφή