Η ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΠΟΥ ΠΕΤΥΧΕ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΜΑΣ ΣΤΑ ΔΑΝΕΙΑ ΣΕ ΕΛΒΕΤΙΚΟ ΦΡΑΓΚΟ

 

ΤΑ ΔΑΝΕΙΑ ΣΕ ΕΛΒΕΤΙΚΟ ΦΡΑΓΚΟ (CHF)

Αναφορικά με τα εν λόγω δάνεια, κρίνεται απαραίτητο, καταρχήν, όπως επισημάνουμε τα ακόλουθα:

 

Κατά  την  διάρκεια  των  ετών  2007 – 2009  ,  οι τράπεζες  (όχι στο σύνολο τους)  μεταξύ  των  οποίων  και  η   εναγόμενη προώθησαν τα λεγόμενα «δάνεια σε Ελβετικό φράγκο»  σε  μία  περίοδο υψηλής συναλλαγματικής ισοτιμίας Ευρώ/Ελβετικού Φράγκου.  

 

Για  την  προώθηση  τους  έλαβαν  χώρα  εκτεταμένες  διαφημιστικές  καμπάνιες  τόσο  με  διαφημιστικά  φυλλάδια στα  καταστήματα  των  εν  λόγω  τραπεζών,  όπου  αναγράφονταν  τα  πλεονεκτήματα  των  εν  λόγω  δανείων,  όσο  και  με  πλήθος διαφημιστικών  σποτ . Η  διαφημιστική  τους  προώθηση στηρίχθηκε  αποκλειστικά   στην  χαμηλή  δόση  και  στο  χαμηλό  επιτόκιο λόγω  libor.

 

Κατά  την  ενημέρωση  των  υποψηφίων δανειοληπτών (κυρίως  στεγαστικών  και καταναλωτικών δανείων) ,  τα  στοιχεία  που  προάγονταν  από  τους  τραπεζικούς υπαλλήλους , εκτός  την  χαμηλή  δόση  και  το  χαμηλό  εποτόκιο  ήταν  η  σταθερότητα του CHF , το διεθνές νομισματικό κύρος του ΕΥΡΩ,  η  διαβεβαίωση  ότι  η  ισοτιμία Ευρώ–Ελβετικού Φράγκου ( 1.64), θα εξακολουθούσε  να κυμαίνεται σε σταθερά υψηλά επίπεδα, όπως έδειχνε η μικρή διακύμανση της ισοτιμίας  περί  του  5%, μεταξύ ευρώ και ελβετικού  φράγκου, την τελευταία τότε 5ετία .

Σημειωτέον  ότι  , τα  εν  λόγω  δάνεια  (κυρίως στεγαστικά ή καταναλωτικά) σε  συνάλλαγμα  CHF,  ουδεμία  απολύτως  σχέση  είχαν  με  τα  κοινά  (στεγαστικά  ή καταναλωτικά) δάνεια  σε  ευρώ ,όπως  αυτά  προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία,  διότι   ήταν συνδεδεμένα με την ισοτιμία ευρώ/ελβετικού φράγκου  και  ως  εκ  τούτου  προσομοίαζαν  στην  πραγματικότητα με  προϊόντα επενδυτικού χαρτοφυλακίου,  διότι  ήταν  συνδεδεμένα ευθέως με την αγορά συναλλάγματος,   αγορά, όπου καθορίζονται οι συναλλαγματικές ισοτιμίες,  ήτοι  οι  μηχανισμοί μέσω των οποίων τα διάφορα νομίσματα συσχετίζονται μεταξύ τους στην παγκόσμια αγορά, παρέχοντας την τιμή του ενός ως προς το άλλο .

Στην  περίπτωση  των  δανείων  αυτών  βάση της  κοινοτικής  και  εθνικής  νομοθεσίας  οι  τράπεζες  δια  των  εξειδικευμένων  υπαλλήλων  τους  ,  είχαν  σαφώς  αυξημένη  υποχρέωση  να  παρέχουν  επαρκή , ειδική  και  εξειδικευμένη  ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ , η  οποία κατ’ ελάχιστον   περιλαμβάνει,  αφενός τις επιπτώσεις που θα είχε στις δόσεις και το κεφάλαιο του δανείου, μια ΣΟΒΑΡΗ υποτίμηση του ευρώ και τυχόν αύξηση του επιτοκίου του Ελβετικού φράγκου και αφετέρου  τις μεθόδους ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗΣ του συναλλαγματικού αυτού κινδύνου,  για  να  επιτευχθεί  ο  μεγαλύτερος δυνατός  μετριασμός των κινδύνων, προκειμένου οι εκάστοτε δανειολήπτες να είναι σε θέση να λαμβάνουν εμπεριστατωμένες και συνετές αποφάσεις  σ΄ ενα  τόσο  σοβαρό  ζήτημα,  όπως  ο  δανεισμός  τους .

Λόγω  της  ελλειπούς  ενημέρωσης  εκ  μέρους  των  τραπεζών  καθώς  και  των  αδιαφανών  όρων  που περιλαμβάνονταν  στις  συμβάσεις  σεις  ﷽﷽﷽﷽ις  συμβνημς  η  σ ΑΣΗΣ  ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΟΥ ΔΑΝΕΙΟΥ στην  πλειονότητα  τους  οι  δανειολήπτες  ,  είτε το  πρώτον  σύναπταν  δανειακές  συμβάσεις σε  ελβετικό  φράγκο  κυρίως  για  την  απόκτηση  κατοικίας,  είτε  αντικαταστούσαν  συμβάσεις  κυρίως  στεγαστικής  πίστης  σε  ευρώ  με  αυτές  του  ελβετικού  φράγκου.  Οι  ίδιοι  ουδόλως είχαν  επίγνωση κατά τη λήψη του εν λόγω δανείου, τον  μεγάλο κίνδυνο που αναλάμβαναν έναντι μιας σοβαρής μεταβολής της ισοτιμίας ευρώ/ελβετικού φράγκου και  τον τρόπο που ένα  τέτοιο  γεγονός, θα μπορούσε να επιδράσει στην αποπληρωμή των δανείων τους  και  ως  εκ  τούτου  ουδόλως  ζητήθηκαν  εκ  μέρους  τους  ή  προτάθηκαν  από  τα  τραπεζικά  ιδρύματα,  τρόποι αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου,  ήτοι  τρόποι ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ τους έναντι της μεταβλητότητας του ξένου νομίσματος , προκειμένου  να  αιτηθούν  και  να  συνάψουν  ένα  πρόγραμμα   ασφάλειας συναλλαγματικού ρίσκου,  ώστε να ελαττώσουν ή να εξουδετερώσουν τον κίνδυνο που προκύπτει από μια θέση εκπεφρασμένη σε ξένο νόμισμα.

Αντιθέτως,   η  πλειονότητα  των  τραπεζών ,  (συμπεριλαμβανομένης  και  της  εναγόμενης)  στις  οποίες  χορηγήθηκε  το εν  λόγω  συνάλλαγμα, είχαν  αντισταθμίσει  οι  ίδιες  τον  συναλλακτικό κίνδυνο, τον οποίο διεθνώς και εγχωρίως οι ίδιες είχαν αναλάβει  και  είχαν  προχωρήσει  ουσιαστικά  σε  ασφάλεια συναλλαγματικού ρίσκου, εξασφαλίζοντας  κατ  αυτό  τον  τρόπο την ισοτιμία στο ύψος εκταμίευσης, κι επομένως την αποπληρωμή τους στο ύψος του  συναλλάγματος της αρχικής χορήγησης,  διότι  ΕΙΧΑΝ  ΠΛΗΡΗ  ΕΠΙΓΝΩΣΗ  της πορείας του ευρώ έναντι του ελβετικού φράγκου και του συναλλαγματικού κινδύνου από την εξέλιξη αυτή.

Ακόμη  όμως ,  και  στην  απίθανη  περίπτωση  που δεν  είχαν  οι  ίδιες  προχωρήσει  σε  ασφάλεια  του  συναλλακτικού  τους  ρίσκου  ,  μετέθεσαν  αυτόν  με  αδιαφανείς  σχετικές  συμβατικές  ρήτρες  των  δανειακών  συμβάσεων  στους δανειολήπτες .

Η  γνώση  εκ  μέρους  των  τραπεζών  είναι αδιαμφισβήτητη,  διότι  είχαν  εμφυλοχωρήσει  υποδείξεις  από το Διεθνές  Νομισματικό  Ταμείο  (ΔΝΤ)  περί  ΕΠΕΡΧΟΜΕΝΗΣ ΥΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩ ΚΑΤΑ 30%  ,  υποδείξεις  οι  οποίες  αναφέρονται στην οικονομική έκθεση χρήσης του έτους 2007 . Επιπλέον   το  έτος  2008  ο  διεθνής  οίκος  πιστοληπτικής  αξιολόγησης   FITCH RATINGS  με  την  από  2-4-2008  έκθεση  του  επεσήμανε  το  σχετικό  κίνδυνο  για  τα  δάνεια  σε  ελβετικό  φράγκο  ειδικά  για  την  Ελλάδα  (GREEK RMBS PERFOMANCE BULLETIN 2008) .

 

Στην  πορεία  άρχισε  να  μεταβάλλεται  σοβαρότατα  η  ισοτιμία του  ελβετικού  φράγκου  εις βάρος του ευρώ.  Η Ευρώπη βυθίζονταν στην «ελληνική κρίση», που στην πραγματικότητα ήταν ευρωπαϊκή κρίση, το Ευρώ βυθίζονταν έναντι των άλλων νομισμάτων και ιδιαίτερα του ελβετικού φράγκου και οι δόσεις των δανειοληπτών σε συνάλλαγμα και ελβετικό φράγκο αυξάνονταν υπέρογκα  (αυξηση  κατά μέσο  όρο 35% περίπου). Το  γεγονός  αυτό  προκάλεσε  την  παρέμβαση  της  Κεντρικής Τράπεζας της Ελβετίας, περί τα μέσα Σεπτεμβρίου 2011, η  οποία  προκειμένου  να  αναχαιτίσει  την  δραματική  ανατίμηση  του  ελβετικού  φράγκου  έθεσε   ανώτατη τιμή στην ισοτιμία του νομίσματός τους στο 1,220  έναντι  του  ευρώ .

 

Απόρροια  όλων  των  ανωτέρω,  ήταν  και  εξακολουθεί  να  είναι,  οι  δανειολήπτες  να  επιβαρυνθούν  σημαντικά , διότι ενώ κατά τον χρόνο υπογραφής των σχετικών συμβάσεων  2006 (όταν  ξεκίνησε να διατείθονται στους καταναλωτές αυτό το προιον)  και εκταμίευσης των σχετικών δανείων η ισοτιμία Ευρώ/CHF ανέρχονταν σε ποσοστό περίπου 1,60  (ή  ελαφρώς μικρότερο ανάλογα το έτος που συνάφθηκε η σύμβαση), στη συνέχεια και με την αλλαγή της ισοτιμίας Ευρώ προς ελβετικό φράγκο ( πάνω από 35% ), οι ανωτέρω δανειολήπτες κλήθηκαν  και  καλούνται να πληρώσουν πλέον και μία πολύ αυξημένη μηνιαία δόση αλλά και να αποπληρώσουν συνολικό ποσό δανείων κατά πολύ μεγαλύτερο από αυτό που πράγματι δανείστηκαν και εκταμιεύτηκε, δεδομένου ότι η σημερινή συνολική απαίτηση των τραπεζικών ιδρυμάτων κατ’ αυτών σε CHF με χρέωση του αντίστοιχου λογαριασμού με το ισότιμό τους σε Ευρώ, θα πρέπει να υπολογισθεί με την τιμή πώλησης των ελβετικών φράγκων που ισχύει κατά την ημερομηνία καταβολής της σχετικής οφειλής, σύμφωνα με το ημερήσιο δελτίο συναλλάγματος της τράπεζας, η σχετική ισοτιμία του οποίου ανέρχεται σήμερα περίπου στο 1,20 ή και μικρότερη.

 

Είναι  καταφανές  ,  ότι ,  λόγω του  ότι  τα τραπεζικά ιδρύματα απέφυγαν  ενσυνείδητα ή από βαριά αμέλειά τους  να ενημερώσουν τους καταναλωτές - δανειολήπτες για τις ανωτέρω μεθόδους διαχείρισης που θα μπορούσαν να τους θωρακίσουν πλήρως από τον συναλλαγματικό κίνδυνο, ενώ ταυτόχρονα και προφανώς είχαν τα ίδια εκ των προτέρων αντισταθμίσει το δικό τους συναλλαγματικό κίνδυνο κατά την εκταμίευση του ποσού του δανείου από την διατραπεζική αγορά με πιστωτικά παράγωγα ή αντίστοιχες ασφάλειες  (όπως για παράδειγμα με τη μέθοδο προστασίας τύπου HEDGE, συμφωνίες ανταλλαγής συναλλάγματος ( Cross - currencv Swaps ), δικαιώματα πάνω σε συνάλλαγμα ( FXCalls, Puts ), CurrencyCollars, προθεσμιακά συμβόλαια ( FORWARDS ) , είτε με συνδυασμό αυτών και  της αθρόας χορήγησης δανείων σε CHF, διασπάρθηκε ο συναλλαγματικός κίνδυνος περαιτέρω αδικαιολόγητα και υπέρμετρα   μόνο στους δανειoλήπτες με άμεσο αποτέλεσμα  τα  τραπεζικά  ιδρύματα να καρπώνονται προφανέστατα τη διαφορά μεταξύ της ισοτιμίας που οι δανειολήπτες υποχρεώνονται να αποπληρώνουν το επίδικο δάνειο και της ισοτιμίας που η τράπεζα πιθανόν «κλείδωσε» με πιστωτικά παράγωγα ή ασφάλιση κατά το χρόνο εκταμίευσης του δανείου

 

Πέραν  τούτων , είναι  αξιο  επισημάνσεως   και  το  γεγονός  , ότι  , οι  δανειολήπτες   κατά  την  καταβολή  των  μηνιαίων  δόσεων  τους κάθε μήνα επιβαρύνονται  επιπρόσθετα  και  με το κόστος μετατροπής, διότι  καταβάλλουν το  αντίστοιχο  χρηματικό ποσό σε ευρώ  και η τράπεζα  μετατρέπει το ποσό αυτό σε αντίστοιχα ελβετικά φράγκα (συνάλλαγμα).

 

Λόγω  ακριβώς της έκτασης που έλαβε η υπερχρέωση των συναλλασσομένων πολιτών – καταναλωτών όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σ’ ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αντιλαμβανόμενη τους εμπεριεχόμενους στην ανωτέρω πρακτική των τραπεζικών ιδρυμάτων κινδύνους για τους δανειολήπτες αυτών και λαμβάνοντας υπόψη της με ρητή μάλιστα αναφορά στο ότι «…σε ορισμένα κράτη μέλη η υπερβολική χορήγηση καταναλωτικών δανείων συνέβαλε στην οικονομική κρίση…» και ότι «…ο υπερβολικός δανεισμός σε ξένο νόμισμα στους καταναλωτές αύξησε τον κίνδυνο και τις ζημίες των νοικοκυριών…», με την από 08.06.2012 Γνωμοδότησή της που αφορά την εφαρμογή της Οδηγίας 2008/48/ΕΚ για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης ( συντάκτηςTheodorDumitruStolojan ) ( 2012/2037(ΙΝΙ) ), καλεί την αρμόδια προς τούτο Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, να συμπεριλάβει σε σχετική πρόταση ψηφίσματος τα ειδικότερα αναφερόμενα στην από 21.09.2011 Σύσταση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου σχετικά με το δανεισμό σε ξένο νόμισμα (ΕΣΣΚ/2011/1) και δημοσιεύθηκε στη Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ ( 2011/C 342-01 ) και ειδικότερα να ζητήσει α) από τις εποπτικές αρχές του εκάστοτε κράτους - μέλους να υποχρεώνουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να παρέχουν στους καταναλωτές εξατομικευμένες, πλήρεις και εύκολα κατανοητές πληροφορίες για τους κινδύνους που ενέχει ο δανεισμός σε ξένο νόμισμα και για τις επιπτώσεις στις δόσεις σε περίπτωση σημαντικής υποτίμησης του νόμιμου νομίσματος, β) να υποχρεωθούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αφού λάβουν υπόψη την οικονομική κατάσταση των καταναλωτών, να τους προειδοποιούν οσάκις μία σύμβαση πίστωσης ενδέχεται να ενέχει γι’ αυτούς συγκεκριμένους κινδύνους και, τέλος, γ) αφενός να υποχρεωθούν τα κράτη μέλη να απαιτήσουν από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να επιτρέπουν στους καταναλωτές να μετατρέπουν το δάνειο σε εναλλακτικό νόμισμα, σύμφωνα με διαφανή μέθοδο που θα κοινοποιείται στον καταναλωτή κατά την προσυμβατική ενημέρωση και, αφετέρου, να παρέχουν στον καταναλωτή, όπου κρίνεται σκόπιμο, «…μηχανισμό κάλυψης ξένου συναλλάγματος σε λογικό κόστος, προκειμένου να περιορίζουν τον κίνδυνο δυσμενών διακυμάνσεων των νομισμάτων στις εξοφλήσεις…».

 

Εξάλλου  στην  πρόσφατη   οδηγία  2014/17/ΕΕ  του  Ευρωπαικού  Κοινοβουλίου  και  του  Συμβουλίου  της  4ης  Φεβρουαρίου  2014  (η  οποία  θα  έχει  ισχύ  για  τις  συμβάσεις  που  θα  συνάπτονται  από  21-3-2016 ,  σύμφωνα  με  ρητή  μεταβατική  διάταξη)  έγινε  ρητή και  ειδική πρόβλεψη  για  την  δανειοδότηση  σε  συνάλλαγμα.  Στην  εν  λόγω  οδηγία,  αφού  επιβεβαιώνεται  ότι, « ………….. μια σειρά προβλημάτων εντοπίστηκαν στις αγορές ενυπόθηκης πίστης εντός της Ένωσης τα οποία οφείλονται στις ανεύθυνες πρακτικές χορήγησης και λήψης δανείων και στα περιθώρια ανεύθυνης συμπεριφοράς εκ μέρους συμμετεχόντων στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των μεσιτών πιστώσεων και των μη πιστωτικών ιδρυμάτων. Ορισμένα προβλήματα αφορούσαν πιστώσεις εκφρασμένες σε ξένο νόμισμα, τις οποίες είχαν συνάψει οι καταναλωτές στο υπόψη νόμισμα, προκειμένου να επωφεληθούν από το χρεωστικό επιτόκιο που προσφερόταν, αλλά χωρίς να έχουν επαρκή ενημέρωση σχετικά ή επίγνωση του συναλλαγματικού κινδύνου που διέτρεχαν. ...........»  ,  προκειμένου  να  προστατευθεί  ο  καταναλωτής  , προβλέφθηκαν, ότι  σχετικές  υποχρεώσεις  των  κρατών  μελών  ως  προς  την  εναρμόνιση  της  νομοθεσίας  τους,  όπου  μεταξύ άλλων  προβλέπεται  ότι  «.........  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όταν μια σύμβαση πίστωσης αφορά δάνειο σε ξένο νόμισμα, τη στιγμή που συνάπτεται η σύμβαση να υπάρχει το κατάλληλο κανονιστικό πλαίσιο ώστε να διασφαλίζεται τουλάχιστον ότι:  α. .......... β. υπάρχουν άλλες ρυθμίσεις που περιορίζουν τον συναλλαγματικό κίνδυνο στον οποίο είναι εκτεθειμένος ο καταναλωτής βάσει της σύμβασης πίστωσης

 

Ηδη  την  30-4-2014  το  Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής  Ένωσης (Λουξεμβούργο, 30 Απριλίου 2014), αποφάνθηκε, τελικά, για την υπόθεση  C-26/13 Árpád Kásler  και  Hanjanlka  Káslerné Rábai κατά ΟΤΡ  Jelzálogbank Zrt, που  αφορούσε  (Ούγγρους) δανειολήπτες, οι οποίοι στα  εθνικά  Δικαστήρια  της  Ουγγαρίας   είχαν  δικαιωθεί  και  αναγνωρίστηκε  να αποπληρώνουν το στεγαστικό δάνειο που είχαν λάβει σε ελβετικό φράγκο, με βάση την ισοτιμία εκταμίευσης και όχι την τρέχουσα της καταβολής των δόσεων.

Το   Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής  Ένωσης  στα  πλαίσια  της  προστασίας  του  καταναλωτή  Σύμφων  με  την  οδηγία  οδηγία 93/13 αποφάσισε  ότι  η  ρήτρα της συναλλαγματικής  ισοτίας  μπορεί  να  ελεγχθεί  ως  προς  την  καταχρηστικότητα  της  όταν  είναι διατυπωμένη  κατά  τρόπο  που δεν  γίνονται  σαφείς και κατανοητοί για τον εν λόγω καταναλωτή οι οικονομικοί λόγοι που οδήγησαν στην εισαγωγή της συμβατικής  αυτής ρήτρας στη σύμβαση καθώς και η σχέση της με τις υπόλοιπες συμβατικές ρήτρες  καθώς  και  οι  οικονομικές  συνέπειες αυτής  διότι  καταλύεται  η  αρχή  της  διαφάνειας .  Στην αιτιολογία  της εν  λόγω  απόφασης  τονίζεται ότι η απαίτηση περί διαφάνειας των συμβατικών ρητρών που επιβάλλει η οδηγία 93/13 δεν μπορεί να αφορά απλώς και μόνον τον κατανοητό τους χαρακτήρα από τυπική και γραμματική άποψη. Αντιθέτως, , δεδομένου ότι το σύστημα προστασίας που θεσπίζει η οδηγία 93/13 στηρίζεται στην αντίληψη ότι ο καταναλωτής βρίσκεται σε υποδεέστερη κατάσταση έναντι του επαγγελματία, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το επίπεδο πληροφορήσεως, η απαίτηση αυτή πρέπει να ερμηνεύεται διασταλτικώς  και  ως  εκ  τούτων  καταλήγει  ότι  η σύμβαση πρέπει να εκθέτει κατά τρόπο διαφανή την ακριβή λειτουργία του μηχανισμού μετατροπής του ξένου νομίσματος που προβλέπει η σχετική αυτή ρήτρα καθώς και τη σχέση μεταξύ του συγκεκριμένου μηχανισμού και του μηχανισμού που προβλέπουν άλλες ρήτρες σχετικά με την αποδέσμευση του δανείου, ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να εκτιμήσει  βάσει σαφών και κατανοητών κριτηρίων, τις οικονομικές συνέπειες που συνεπάγονται γι αυτόν, δηλαδή να έχει πληροφορηθεί πλήρως για τον συναλλαγματικό κίνδυνο, τον οποίο αναλάμβανε με τη σύμβαση δανειοδότησης, το ύψος των δόσεων, την  επιβάρυνση  του  απο την μετατροπή  του  ποσού  της  δόσης,  κ.λ.π. Επιπρόσθετα  τονίζεται  και  ότι  η  πληροφόρηση, πριν τη σύναψη της συμβάσεως, σχετικά με τους συμβατικούς όρους και τις συνέπειες της εν λόγω συνάψεως, είναι ουσιώδους σημασίας για τους καταναλωτές. Βάσει ιδίως της πληροφορήσεως αυτής ο καταναλωτής αποφασίζει αν επιθυμεί να δεσμεύεται από τους όρους που έχει διατυπώσει εκ των προτέρων ο επαγγελματίαςΤονίζεται ότι λόγω  των ιδιαιτεροτήτων του μηχανισμού μετατροπής του ξένου νομίσματος λαμβανομένων υπόψη όλων των κρίσιμων πραγματικών στοιχείων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η διαφήμιση και η πληροφόρηση που παρέχει ο δανειστής στο πλαίσιο της διαπραγματεύσεως συμβάσεως δανείου, η  πληροφόρηση  θα  πρέπει  να  είναι  ενδελεχής  ,  επαρκής  και  εξειδικευμένη  ώστε  ο μέσος καταναλωτής, να  μπορούσε όχι μόνο να πληροφορηθεί την ύπαρξη της διαφοράς, η οποία παρατηρείται γενικώς στην αγορά των κινητών αξιών, μεταξύ της συναλλαγματικής ισοτιμίας πωλήσεως   κατά  το χρόνο καταβολής των δόσεων  και της συναλλαγματικής ισοτιμίας αγοράς του ξένου νομίσματος  κατά το χρόνο  εκταμίευης του δανείου, αλλά και να αξιολογήσει τις οικονομικές συνέπειες, εν δυνάμει σημαντικές, που θα συνεπαγόταν γι’ αυτόν η εφαρμογή της συναλλαγματικής ισοτιμίας αγοράς για τον υπολογισμό των δόσεων των οποίων θα είναι ο τελικός υπόχρεος και, ως εκ τούτου, το συνολικό ύψους του δανείου του.

Τέλος  είναι  αξιο  μνείας  να  αναφερθεί  πως  αντιμετωπίστηκαν  παρόμοιες  καταστάσεις  σε  λοιπές  χώρες  της  Ευρωπαικής  Ενωσης και  μάλιστα  σε  χρόνο  πριν  την  έκδοση  της  ανωτέρω  απόφασης  του  Ευρωπαικού  Δικαστηρίου .

Α.  Ισπανία Τον  Μάρτιο του 2013 αναφέρθηκε σε σχετική βιβλιογραφία η έκδοση απόφασης του Πρωτοδικείου της Μπαρτσελόνας που δικαίωνε δικηγόρο – δανειολήπτη δανείου σε ελβετικό φράγκο, καθώς δεν είχε ενημερωθεί επαρκώς για τους κινδύνους ενόψει της μεταβλητότητας της συναλλαγματικής ισοτιμίας.

Β.  Κροατία  Το καλοκαίρι του 2013 δικαστήριο στην Κροατία αποφάσισε, κατόπιν άσκησης ομαδικής αγωγής 75.000 δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο, υπέρ της μεταβολής του ύψους της οφειλής στο τοπικό νόμισμα με τη σχέση συναλλαγματικής ισοτιμίας της ημέρας εκταμίευσης του δανείου, λόγω της ελλιπούς πληροφόρησης των δανειοληπτών εκ μέρους των οκτώ εναγόμενων πιστωτικών ιδρυμάτων σχετικά με τον συναλλαγματικό κίνδυνο.

Γ.  Μαυροβούνιο  τον  Νοέμβριο του 2013, το Εφετείο  Πανγκόριτσα , επί σχετικής αγωγής διέταξε την διενέργεια χρηματοοικονομικής  μελέτης  για το κατά πόσο η αντιστάθμιση  του  συναλλαγματικού κινδύνου  οδηγεί σε  κέρδη  αυτών από  την  συναλλαγματική  μεταβολή  πέραν του επιτοκίου. 

Δ. Ουγγαρία  Στα μέσα Δεκεμβρίου 2013, το ανώτατο δικαστήριο αποφάνθηκε περί της εγκυρότητας των συναπτόμενων σε ελβετικό φράγκο δανειακών συμβάσεων καλώντας τα κατώτερα δικαστήρια ναι μεν να δέχονται την εγκυρότητα των εν λόγω δανείων, αλλά να μεταβάλλουν τους όρους λειτουργίας τους, όπου αρμόζει, επί τη βάσει τυχόν πλημμελούς πληροφόρησης των δανειοληπτών από τα πιστωτικά ιδρύματα. 

Ε.  Ισλανδία: Το ανώτατο δικαστήριο της χώρας έκρινε παράνομα τα δάνεια που είναι συνδεδεμένα με ξένα νομίσματα, με αποτέλεσμα να μη χρειάζεται πλέον τα νοικοκυριά να καλύπτουν τις απώλειες (από την υποτίμηση) της ισλανδικής κορώνας.

Ηδη  και  στην  χώρα  μας

Α.  εκδόθηκε  η  πρώτη  δικαστική  απόφαση  με  εξαιρετική  νομική  θεμελίωση  και  στηριζόμενη  στην  ως  άνω  απόφαση  του  Ευρωπαικού  Δικαστηρίου  ,  η  υπ΄ αριθμόν  23/2014  του  Πολυμελούς  Πρωτοδικείου Ξάνθης,  βάση  της  οποίας  αναγνωρίστηκε  η  υποχρέωση  της  τράπεζας  να  προχωρεί  σε  μετατροπή  του ποσού  των  ευρώ  σε  ελβετικό  φράγκο  με  την  αρχική  ισοτιμία της ημέρας εκταμίευσης  των  δανείων  και  μάλιστα  με  αναδρομική ισχύ  από την αρχή της σύμβασης. H εκτέλεση της θα λάβει χώρα μετά την τελεσιδικία της λόγω του αναγνωριστικού της χαρακτήρα. 

Β.  Ηδη  το  γραφείο  μας  στα πλαίσια  ασφαλιστικών  μέτρων  πετυχε  ΤΗΝ  ΠΡΩΤΗ  ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ  προσωρινή διαταγή  βάση  της  οποίας ο δανειολήπτης  θα  καταβάλλει  την  ΔΟΣΗ  ΔΑΝΕΙΟΥ  ΜΕ  ΤΗΝ  ΑΡΧΙΚΗ ΙΣΟΤΙΜΙΑ  άμεσα μετά την επίδοση της στην τράπεζα .  

 

 

Η 

ΙΣΤΟΡΙΚΟ  ΤΟΥ  ΔΑΝΕΙΟΥ ΤΟΥ ΠΕΛΑΤΗ ΜΑΣ

 

Ο  πελάτης  μας  ,  ο  οποίος  είναι   ελεύθερος  επαγγελματίας  έλαβε  το  2006  στεγαστικό  δάνειο  σε  ευρώ  .  Το  2008  μετέτρεψε  το  δάνειο  σε  ελβετικό  φράγκο και  έλαβε  και  έτερο  δάνεο  επισκευαστικό .  Συνολικό  ποσό  δανείου  σε  ευρώ  141.000  ευρώ  με  ισοτιμία 1,613.  Η δόση  του  ήταν  περίπου  1.140 ευρώ  μηνιαίως  Το  δάνειο  εξυπηρετούνταν  κανονικά μέχρι  και το  2010  ότε  και  μειώθηκαν  δραματικά  τα  εισοδήματα  του,  οπότε  έλαβαν  χώρα  ρυθμίσεις  προκειμένου  να  αποπληρώνει  το  ήμισυ  των δόσεων . Το  έτος  2014  δεν  έλαβε  χώρα  άλλη  ρύθμιση   και  δεν  δύναντο να  καταβάλλει  τις  δόσεις  του  που  ανερχόταν  πλέον  στο  ποσό  των 1.600  ευρώ  περίπου.  Ως  εκ  τούτου , χρησιμοποιήσε  το  νόμο 4224/2013  ώστε  να  καταβάλλει  το  20% της  τελευταίας ενήμερης  δόσης . Η  τράπεζα  παρόλο  αυτα  κατήγγελει  τις  δανειακές  του  συμβάσεις  και  του  ζήτησε  να  καταβάλλει εντος  5  ημερών  το  ποσό  των   162.000 ευρώ  μετατρέποντας  το  καταλοιπο  με  ισοτιμία  1,215  .       

Οι  καταβολές  του  πελάτη  μου από  την  χρονική  στιγμή  που  έλαβε  τα  δάνεια  σε  ελβετικό  φράγκο  μέχρι  την  καταγγελία ανέρχονταν σε     65.000  ευρώ .

Εν  κατακλείδι  για  ένα  δάνειο  141.000  ευρώ  καταβλήθηκαν  σε  7  μόλις  έτη  65.000  ευρώ  και  το  δάνειο  όχι  μόνο  δεν  μειώθηκε  αλλά  αυξήθηκε  κατά  21.000  ευρώ .

Σημειωτέον  ότι  τον  χρόνο  καταγγελίας  όχι  μόνο  δεν  όφειλε  ο  δανειολήπτης  αλλά  είχε  καταβάλλει  μεγαλύτερο ποσό. .  Για  να  γίνει  κατανοητό  αυτό  αναφέρω   ότι   μέχρι  τον  χρόνο  της  καταγγελίας  έπρεπε  να  καταβληθούν   102.000  ελβετικά  φράγκα . Εαν  αυτά  μετατραπούν  με  την  ισοτιμία  1,215  το  οφειλόμενο  ανέρχεται  σε  83.950  ευρώ  ,  εαν  μετατραπούν  με  αρχική  ισοτιμία  ανέρχονται  σε  63.236 ευρώ ,   με  δεδομένο  ότι  ο  πελάτης  μου  κατέβαλε  περίπου  65.000  ευρώ  ουδέν  όφειλε .

Για  την  αποκατάσταση  της  αδικίας  ασκήσαμε  αγωγή  για  να  κριθεί  άκυρη  η  καταγγελία  ,  ως  καταχρηστική  ,  να  ενεργοποιηθούν    οι δανειακές  συμβάσεις  και  να  καταβάλλει  πλέον  τις  δόσεις   με  την  αρχική ισοτιμία . Επίσης  ασκήσαμε  ασφαλιστικά  μέτρα  και  ζητήσαμε  προσωρινή  διαταγή ,   ώστε  μέχρι  να  εκδικαστεί  η  αγωγή   να  ανέχεται  η  τράπεζα  την  καταβολή  μέχρι  την  31-12-2014  του  20%  της  τελευταίας  ενήμερης  δόσης   βάση  του ν.  4224/2013 ,   η  οποία  οριζόταν  σε ελβετιικό  φράγκο  αλλά  με  την  μετατροπή  αυτής  με  την  αρχική  ισοτιμία και  κατόπιν  από  1-1-2015  ολόκληρη  τη  δόση  με  την  αρχική  ισοτιμία.

Επιπλέον  ζητήσαμε  προσωρινή  διαταγή  ώστε  μέχρι  να  εκδικαστούν  τα  ασφαλιστικά  μέτρα  να  καταβάλλει  μέχρι  την  συζήτηση  της  αίτησ  .

Ηδη  ο  Δικαστής  του  Μονομελούς  Πρωτοδικείου  έκανε  δεκτή  την  προσωρινή  διαταγή  ΚΑΙ  ΥΠΟΧΡΕΩΣΕ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ  Ν΄ ΑΝΕΧΕΤΑΙ  ΤΗΝ  ΚΑΤΑΒΟΛΗ  ΤΟΥ  20% ΤΩΝ  ΔΟΣΕΩΝ  ΜΕ  ΤΗΝ  ΑΡΧΙΚΗ  ΙΣΟΤΙΜΙΑ  ΜΕΧΡΙ  ΤΗΝ  ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΕΚΔΙΚΑΣΗ ΤΗΣ  ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΚΑΙ  ΩΣ  ΕΚ  ΤΟΥΤΩΝ  Ο  ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΗΣ  ΘΑ  ΚΑΤΑΒΑΛΕΙ  ΣΥΝΟΛΙΚΑ  ΤΟ  ΠΟΣΌ  ΤΩΝ 228  ΕΥΡΏ  ΜΗΝΙΑΙΩΣ  ΑΠΟ  1530  ΠΟΥ ΑΝΕΡΧΟΤΑΝ Η ΔΟΣΗ ΤΟΥ  .  

επιστροφή